MATRIX, FIGHT CLUB ΚΑΙ ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ ΤΟΥ MILLENIUM



 Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με έναν cinephile πατέρα, γεγονός που σημαίνει οτι έχω ξεκινήσει να βλέπω σοβαρές ταινίες απο το Δημοτικό. Αργότερα στην ζωή μου, κόλλησα και εγώ αυτό το μικρόβιο και είδα εκατοντάδες ταινίες, και στα 24 μου χρόνια αν με ρωτήσεις ποιες είναι οι αγαπημένες μου ταινίες, θα σου δώσω την ίδια απάντηση που δίνω απο το Γυμνάσιο (δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό αυτό). 

Το Matrix, πρώτα απ' όλα, και αμέσως μετά στην δεύτερη θέση, το Fight Club. Δύο ταινίες, δημοσιευμένες και οι δυο το 1999, τελείως διαφορετικές μα ταυτόχρονα με πολλά κοινά σημεία. Ο πρωταγωνιστής-μεσσίας, η περιπλοκότητα της σύγχρονης αρρενωπότητας, η έκφραση αντίστασης απέναντι στην σύγχρονη κοινωνία και σχολιασμός πάνω στην αλλοίωση αυτής, δυστοπικά στοιχεία και βασικότερα: Η εμφάνιση μιας σύγχρονης σκοπιάς πάνω στην φιλοσοφία του υπαρξισμού/νιχιλισμού. 

Καθόλου τυχαίο που και οι δύο ταινίες γεννήθηκαν την ίδια χρονιά, καθώς μιλάμε για μια χρονιά πριν το millenium, πριν το 2000 δηλαδή, τόσο κοντά στην εποχή του Διαδικτύου, και ακριβώς στην ακμή του ύστερου καπιταλισμού και στην αρχή της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης. Τι μπορεί να σημαίνουν όλες αυτές οι παπάτζες που μόλις αράδιασα, γιατί χρησιμοποίησα τόσο πολύ το επίθετο "σύγχρονο" και που κολλάει ο υπαρξισμός με όλα αυτά; 

Προφανέστατα, το κείμενο θα έχει άπειρα spoilers για αυτές τις δύο ταινίες. Δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμα άνθρωπος που δεν τις έχει δει, αλλά αν υπάρχει, προτείνω να τις δει πρώτα και μετά να επιστρέψει σε αυτό το κείμενο. 

Πρώτα απ' όλα όμως, ας μιλήσουμε για τον ελέφαντα στο δωμάτιο... 


Sigma-male-ιτισμός και η παρερμήνευση των νοημάτων απο τους film bros 

Τα τελευταία χρόνια, θα πω μια χαλαρή τετραετία χωρίς να είμαι και 100% σίγουρη, ταινίες όπως το Fight Club και ο American Psycho, έχουν γίνει η Μέκκα ορισμένων pathetic αρσενικών που ανήκουν σε ιντερνετικά, brain dead κινήματα όπως αυτό των "sigma males" το οποίο πολύ συχνά βρίσκεται παράλληλο με την εξίσου brain dead ομάδα των επιτηδευμένων και ολοκληρωτικά δήθεν "film bros", δηλαδή άντρες που έχουν δει πέντε cult δείγματα κινηματογράφου και νομίζουν πως είναι φωτεινοί παντογνώστες του σινεμά. Οι sigma males έχουν μετατρέψει το Fight Club σε μια λανθάνουσα βίβλο για το τι εστί αρρενωπότητα του περιθωρίου. Είναι τα alpha males, που απορρίπτουν την αγέλη, δηλαδή την κοινωνία και τους κανόνες της, παρεκτρέπονται απο την πορεία και ζούνε με τους δικούς τους νόμους. Έχουν τον Tyler Durden ως είδωλο αντρίλας, ένας macho τρελάρας, που ζει αναρχικά, είναι αυταρχικός ηγέτης, κοινωνικά απροσάρμοστος και γαμάει και φεύγει. Είναι sigma. 

Το Matrix, απο την άλλη, εμφανίζεται περισσότερο σε μια πλήρως επιφανειακή και μπασταρδεμένη εκδοχή, στους χώρους των "alpha males", μια ακόμα πιο λυπηρή ομάδα αρσενικών. Μην ξεχνάμε πως ο Andrew Tate έκανε καριέρα "δίνοντας" στο κοινό του το "κόκκινο χάπι". Δεν έχω καν όρεξη να το σχολιάσω και να το αναλύσω περαιτέρω αυτό, όσοι έχουν εγκέφαλο, συνεννοήθηκαν μαζί μου τηλεπαθητικά και απευθείας. 

Με λίγα λόγια, οι σύγχρονοι άντρες ήταν ανίκανοι, για ακόμα μια φορά, να απορροφήσουν και να επεξεργαστούν ορθά, πληροφορίες απο media, οι οποίες θα τους έσωζαν κοινωνικά, γιατί είναι πολύ απασχολημένοι να τα ρίχνουν όλα σε εξωτερικούς παράγοντες και να αποφεύφουν την εσωτερική αναζήτηση. 

Στην αντίπερα όχθη, υπάρχουν οι γυναίκες που λένε πως ναι μεν οι άντρες πήραν τα λάθος μηνύματα (σωστό) και πως το Fight Club είναι μια παρωδία της τοξικής αρρενωπότητας (λάθος).

Και οι δύο μεριές είναι λάθος. Το Fight Club είναι σίγουρα αποτέλεσμα της καταπιεσμένης αρρενωπότητας του σύχγρονου κόσμου (όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο συγγραφέας του Fight Club) (ναι, το Fight Club ήταν αρχικά βιβλίο, και ναι, το έχω διαβάσει και ναι, σας παροτρύνω να κάνετε το ίδιο), απο την άλλη όμως η γαμημένη ταινία εστιάζεται σε θέματα πολύ μεγαλύτερα, και πολύ γενικότερα και πολύ πιο έξω απο θέματα φύλου. Εκτός αν θες να εστιαστείς μόνο στα θέματα φύλου που θίγει, άμα είναι έτσι, ε 'νταξ' τι να σου πω, κάνε ο,τι θες. 

Όσες φορές κι αν την δω, αδυνατώ να εκμαιεύσω αυτά τα ηλίθια συμπεράσματα περί αρρενωπότητας, για τα οποία γίνεται βίαιος διάλογος. Το Fight Club διαπραγματεύοταν και θα διαπραγματεύεται το ίδιο πράγμα: Τον νιχιλισμό της ζωής εντός ύστερου καπιταλισμού, την αναζήτηση για πραγματικό νόημα και την ελευθερία του πνεύματος. Απλά όλο αυτό, γίνεται μέσα απο το καλειδοσκόπιο του γαμημένου συγγραφέα του: Ένας άντρας στην αναζήτηση μεγαλύτερου νοήματος. Προφανώς και η σκοπιά του θα είναι αρρενωπή, τι συζητάμε εδώ; 

Και πιο παραδίπλα, έχουμε τους alpha males που νομίζουν οτι με το να κάνουν τον Andrew Tate πλούσιο και να κακοποιούν τις γυναίκες της ζωή τους, καταπίνουν κάποιου είδους "κόκκινο χάπι". Και καλά, αρνούνται την κοινωνία και την "θηλυκοποίηση" που τους επιβάλλει, και διαλέγουν τον δύσκολο δρόμο και δεν δέχονται την πλύση εγκεφάλου. Ε δεν άντεξα, το σχολίασα. 

Εντωμεταξύ, αυτοί οι τύποι ανθρώπων είναι ο Cypher, αφού θέλετε να μιλήσουμε σε όρους του Matrix. Θα αναλύσω ποιος είναι ο Cypher αργότερα, αλλά για τώρα, όποιος ξέρει, ξέρει. 

Τέλος πάντων, το νόημα είναι πως και οι δύο ταινίες έχουν βαθύτατα και περίπλοκα νοήματα με πολλές διακλαδώσεις και προφανώς η πλειοψηφία των θεατών, αδυνατεί ακόμα και δεκαετίες μετά, να τα πιάσει, γιατί οι πέρισσότεροι είναι επιφανειακά, εγωκεντρικά σκουπίδια. Ουπς. 

Πάμε τώρα να μιλήσουμε για μερικά απο αυτά, γιατί αν είναι να τα αναλύσω όλα, θα πρέπει να εκδώσω δοκίμιο, όπως έχουν κάνει πολλοί στο παρελθόν, γι'αυτές τις ταινίες.

Το αρχέτυπο του μεσσία

Και το Matrix και το Fight Club πραγματεύονται ένα πολύ συγκεκριμένο, αρσενικό αρχέτυπο, αυτό του μεσσία, του ενός και μοναδικού σωτήρα. Στο Matrix είναι πολύ ξεκάθαρο, με τον Neo και όλη την "The Chosen One" πλοκή, θυμίζοντας πολύ ένα ακόμα παραμυθάκι, αυτό του Υιού του Θεού, Ιησού Χριστού, και μάλιστα θα έλεγα, πως συμβολίζει την Δευτέρα Παρουσία. Σε μια πιο extreme θεωρία, ο Neo είναι ο Αντίχριστος, απλά μέσω μιας διαστρεβλωμένης εκδοχής του Χριστιανισμού, στην οποία ο Θεός, δηλαδή ο Αρχιτέκτονας, είναι ο κακός της υπόθεσης οπότε ο Neo, όντας Αντίχριστος, είναι καλός. Που, εδώ που τα λέμε, ποιος ορίζει το "καλό" και το "κακό"; 

Χύνω, χύνω με το Matrix και τα χιλιάδες ερωτήματα που δημιουργεί, μέσω παραλληλισμών. 

Για να επιστρέψω στο θέμα μου, όμως, και o πρωταγωνιστής του Fight Club, συμπληρώνει την λίστα με τα χαρακτηριστικά του μεσσία, απλά με έναν πιο low-key, εκσυγχρονισμένο και διαφοροποιημένο τρόπο. Ο ηγέτης, που βρίσκει άσωτους γιούς και τους οδηγεί, τους σώζει. Ακόμα και στο Fight Club όμως, μπορείς να μεταφράσεις τον μεσσία ως Αντίχριστο, και όλο τον σκοπό της οργάνωσης ως μια Δευτέρα Παρουσία. Ή ίσως εγώ να έχω εμμονή να δίνω θεολογικά νοήματα στα πάντα, δεν ξέρω. 

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, επίσης, το πως ο Θεός και επομένως, ο μεσσίας, έρχονται για να συμπληρώσουν μια πατρική φιγούρα. Που κολλάει αυτό; Θα εξηγήσω αμέσως. 

Ο συγγραφέας του Fight Club, Chuck Palahniuk, σε συνεντευξή του έχει αναλύσει το πως ο θάνατος ή η απουσία του πατέρα στην ζωή ενός άντρα είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός και δημιουργεί ένα κενό, το όποιο μπορεί να συμπληρωθεί απο την ύπαρξη μιας πατρικής φιγούρας, ενός μέντορα. Έρχεται στην μορφή ενός δασκάλου, ενός προπονητή ή όπως στην περίπτωση του Fight Club, σε μορφή ενός αναρχικού, νιχιλιστή μεσσία. 

Εξάλλου, και η ίδια η υπόσταση του χριστιανικού Θεού και πολλών άλλων θεών σε λοιπές θρησκείες, μαρτυρά ακριβώς αυτό: Την ανάγκη και την επιθυμία για έναν πατέρα, έναν καθοδηγητή. Οποιοσδήποτε θεός και θεά, είτε δημιουργεί, είτε καταστρέφει, είτε κάνει και τα δύο, είναι το ίδιο πράγμα: Μια ειδωλοποιημένη εκδοχή της αναλλοίωτης ανάγκης του ανθρώπου για έναν γονιό που είναι αθάνατος. 

(Τι γράφω η πουτανάρα ρε μαλάκα, θα αρχίσω να αυτοτσιμπουκώνομαι) 

Και στο Matrix αλλά και στο Fight Club, συναντούμε την ιστορία του Χριστού, ένα αρσενικό που θυσιάζει τα πάντα για έναν απώτερο σκοπό, και για την σωτηρία του κόσμου. 

Υπαρξισμός και άγχος

Ο πρώτος λόγος που λάτρεψα το Fight Club, ήταν πολύ συγκεκριμένος. Ήμουν ένα παιδί που αγχωνόταν για τα πάντα, όλη την ώρα. Μεγάλωσα μέσα σε ένα άγχος, σε ένα συνεχόμενο στρες. Και θυμάμαι το Fight Club να καταφθάνει σαν φύλακας άγγελος:

"Μόνο αφού έχουμε χάσει τα πάντα, είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ο,τιδήποτε" 

Ο κυνικός νιχιλισμός του ήταν το πρώτο βήμα μου σε αυτή την ζωή, για να αρχίσω να αντιμετωπίζω το άγχος. Ένα μικρό, λιλιπούτειο, βήμα, αλλά ένα πρώτο βήμα, όπως κι αν έχει. Άρχισα να αντιμετωπίζω τα άγχη μου με όση περισσότερη απάθεια μπορούσα. Ακόμα κι αν έρθει η καταστροφή, ακόμα κι αν όλα πάνε τόσο λάθος όσο φοβάμαι, θα συνεχίσω να ζω, θα μου δωθεί μια λευκή παλέτα εκκίνησης. 

"Το να χάσεις πάσα ελπίδα, είναι ελευθερία"

Η ελπίδα, πολλές φορές, υποδηλώνει άγχος. Περιμένεις κάτι καλύτερο, ελπίζεις για κάτι καλύτερο, άρα αυτή ακριβώς η ελπίδα μπορεί να σε οδηγήσει σε έναν φόβο ματαίωσης. Σε ένα άγχος, πως αν δεν εκπληρωθεί η επιθυμία μου, μετά τι; Άρα το να μην ελπίζω για κάτι, είναι σίγουρα ελευθερία, καθώς έτσι δέχομαι την ζωή χωρίς να περιμένω κάτι συγκεκριμένο απο αυτήν. Η επιθυμία είναι η ρίζα κάθε οδύνης, με βάση τον Βουδισμό. Αυτό δεν σημαίνει πως η επιθυμία απο μόνη της είναι κάτι το κακό, ή η αιτία της οδύνης μας, αλλά ο τρόπος που αυτόματα αντιμετωπίζουμε τις επιθυμίες μας, το πως πιστεύουμε οτι μόνο η εκπλήρωση τους θα μας φέρει την ευτυχία, ενώ στην πραγματικότητα η ζωή μπορεί να μας φέρει πράγματα που δεν επιθυμούμε, αλλά μπορούν να μας κάνουν ευτυχισμένους, αν τα δεχτούμε σαν απρόοπτα δώρα. 

Το concept αυτό, δεν είναι καθόλου άγνωστο σε εμάς τους Έλληνες, καθώς θυμίζει υπερβολικά πολύ τα λόγια που είναι χαραγμένα στον τάφο του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη: "Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος". 

Εγώ αυτό απορρόφησα απο το Fight Club, και απο το Matrix, σε μικρότερη κλίμακα.

Θεωρώ πως αυτό το νόημα φαίνεται πολύ έντονα στην σκηνή με το χημικό έγκαυμα, στο Fight Club, μια σκηνή που το κοινό έχει εγκληματικά παραβλέψει την βαρύτητα των νοημάτων της (τουλάχιστον κατά την ταπεινή μου γνώμη). 

Ο Tyler και ο Narrator βρίσκονται στην κουζίνα, και ο Tyler του δίνει ένα υγρό φιλί στο χέρι, ρίχνοντας του αμέσως μετά αλισίβα, κάτι που προκαλεί ένα αργό, χημικό έγκαυμα. Τον κρατάει με το ζόρι σε εκείνη την θέση, και του επιβάλλει να το ζήσει, να δεχτεί την εμπειρία του πόνου, να είναι παρών, όχι μόνο σωματικά, αλλά και πνευματικά. Δεν του επιτρέπει να σκεφτεί κάτι άλλο, απαιτεί απο αυτόν να είναι εκεί. "Μείνε με τον πόνο, μην τον κλείνεις έξω". Ο Narrator συνεχίζει να καίγεται. "Χωρίς πόνο, χωρίς θυσία, δεν θα είχαμε τίποτα." Ο Narrator κατηγορεί τον Tyler πως δεν γνωρίζει πως είναι αυτός ο πόνος, ο Tyler σηκώνει το χέρι του για να του δείξει ένα ίδιο σημάδι στο χέρι του. 

"Μόνο αφού έχουμε χάσει τα πάντα, είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ο,τιδήποτε" 

Το ένα νόημα της σκηνής, είναι και αυτό που βοήθησε την κατάσταση μου με το άγχος, όπως εξήγησα πιο πάνω. 

Σε δεύτερη φάση, είναι ξεκάθαρος ο υπαρξιστικός σχολιασμός και μάλιστα, μια πολύ συγκεκριμένη αναλογία: Αυτή του Σίσυφου. 

Ο Αλμπέρ Καμύ είναι γνωστός για τις αναφορές του στον μύθο του Σίσυφου, και πως ίσως τελικά πρέπει να τον φανταστούμε ευτυχισμένο. Ο,τι δηλαδή το νόημα δεν βρίσκεται στον τελικό σκοπό, στο να καταφέρει να φτάσει και να αφήσει τον βράχο στην κορυφή, αλλά βρίσκεται ακριβώς στην συνεχή προσπάθεια να το κάνει αυτό. Επιστρέφουμε δηλαδή, στην βουδιστική αρχή, πως η επιθυμία (να φτάσεις τον βράχο στην κορυφή) δεν είναι απαραίτητα το μόνο καλό, αλλά και ο,τι άλλο έρχεται μαζί με αυτό το αποτέλεσμα (η διαδικασία να τον ανεβάσεις). 

Το νόημα για τον Tyler, βρισκόταν στο να αντέξει και να αντιμετωπίσει την διαδρομή του πόνου ο Narrator, να βρει νόημα μέσα σε αυτό. Να καταλάβει, πως δεν έχει σημασία αν τα έχασε και αν θα τα ξαναχάσει όλα, δεν έχει σημασία δηλαδή αν ο "βράχος επιστρέφει στην εκκίνηση, πέφτοντας", γιατί έτσι του δίνεται η ευκαιρία να τα κάνει όλα απο την αρχή· αυτό είναι και το νόημα. 

Παρόμοια μηνύματα μας δίνει και το Matrix, με έναν πρωταγωνιστή εξίσου κουρασμένο απο μια ανούσια ρουτίνα, πεινασμένο για κάτι παραπάνω, για έναν ανώτερο σκοπό, έχοντας ένα κάλεσμα για ανώτερο νόημα. Ο Neo αρνείται την πραγματικότητα, και ξεκινάει το ταξίδι του Σίσυφου, παίρνοντας το κόκκινο χάπι. 

Σε μια άλλη νότα, ο Cypher, απογοητευμένος απο αυτό το ταξίδι, αποφασίζει να προδώσει το πλήρωμα με αντάλλαγμα μια ήρεμη (όμως ψεύτικη) ζωή στο Matrix. Σε συνάντηση με τον Πράκτορα Smith, σε ένα εικονικό δείπνο εστιατορίου, δοκιμάζει την μπριζόλα που είχε παραγγείλει και λέει: "Ξέρω πως αυτή η μπριζόλα δεν είναι αληθινή. Ξέρω πως όταν βάζω μια μπουκιά στο στόμα μου, το μάτριξ λέει στον εγκέφαλο μου οτι είναι ζουμερή και πεντανόστιμη. Μετά απο 9 χρόνια [εκτός μάτριξ] ξέρεις τι συνειδητοποίησα; Η άγνοια είναι ευτυχία." 

Και εδώ πέρα, μπορούμε να κάνουμε την πρώτη μας αναφορά στον Πλάτωνα.

Ολόκληρη η ταινία του Matrix είναι μια αλληγορία για το σπήλαιο του Πλάτωνα, αλλά ειδικά αυτή η σκηνή το κάνει πολύ προφανές και έντονο. 

Το σπήλαιο είναι το μάτριξ προφανώς, και οι σκιές η εμπειρία της εικονικής πραγματικότητας. Οι "αλυσοδεμένοι" της "σπηλιάς", αυτοί που δεν έχουν ξεφύγει απο το μάτριξ, χρειάζεται να σπάσουν τα δεσμά τους προκειμένου να ανακαλύψουν την πραγματικότητα. Το Matrix μετατρέπει την αλληγορία του σπηλαίου, σε ένα καθαρά υπαρξιακό θέμα. 

Στην ταινία, επιπλέον, συναντούμε μια σκηνή που θα μπορούσε να είναι παράλληλη αυτής απο το Fight Club, με το χημικό έγκαυμα. Προκειμένου να είναι ικανός να λυγίσει την πραγματικότητα ο Neo, είναι αναγκαίο να εκπαιδευτεί και να αποτύχει. Πρέπει επίσης να κάνει κάτι εξίσου σημαντικό: Να εμπιστευτεί. Όπως έπρεπε και ο Narrator να εμπιστευτεί τον Tyler. Κάπου εδώ επιστρέφουμε στο θέμα του άγχους, της ελπίδας και του κυνικού νιχιλισμού. Αν και το Matrix κάνει ακόμα πιο δύσκολο να δωθεί ένας ταιριαστός και ακριβής χαρακτηρισμός στο είδους νιχιλισμού που πραγματευόμαστε. Είναι κυνικός ή οπτιμιστικός; Μήπως η γραμμή μεταξύ απάθειας και στοϊκότητας είναι τόσο λεπτή που γίνεται σχεδόν αόρατη; 

Πατρική φιγούρα: Tyler και Μορφέας

Ο συγγραφέας του Fight Club, μιλώντας για το βιβλίο, είχε κάνει μερικές αναφορές πάνω στο τι εστί πατέρας και πατρική φίγουρα για τους άντρες, όπως αναφέρθηκε σε μια προηγούμενη παράγραφο του κειμένου. 

Όπως, θέλω να ελπίζω, γνωρίζουμε οι περισσότεροι, ο πατέρας ή οποιαδήποτε πρωταρχική πατρική φιγούρα, αποτελούν το πρότυπο για το πως χτίζει την αρρενωπότητα του ένα αγόρι. Ο συγγραφέας εξηγεί, πως εν ολίγοις, η σχέση που δημιουργεί το αγόρι με αυτή την πατρική φιγούρα είναι αδύνατον να παραμείνει άδεια, ακόμα κι η πρωταρχική φιγούρα πεθάνει. Οι άντρες έχουν ανάγκη να υπάρχει κάποιος σε αυτή την θέση (με βάση τα λεγόμενα του συγγραφέα), συνεχώς, προκειμένου να μπορούν όχι μονο να καθρεφτιστούν, αλλά και να έχουν ένα αρρενωπό στήριγμα. Γι' αυτόν τον λόγο, αν υπάρξει κενό στην θέση του πατέρα, η αντρική ψυχολογία γεμίζει το κενό με την αμέσως επόμενη καλύτερη επιλογή. Αυτό μπορεί να είναι ένας μέντορας, ένας καθηγητής, ένας προπονητής, ένα αφεντικό, ασχέτως αν η διαπροσωπική σχέση είναι τοξική ή όχι. 

Μια τέτοια θέση, γέμιζε ο Tyler για τον Narrator (και αργότερα, για τους υπόλοιπους της οργάνωσης), όπως και ο Morpheus για τον Neo. Μην ξεχνάμε πως αυτές οι ταινίες εμφανίζονται την ίδια εποχή, οπότε τι έκανε τόσο σημαντικό το να υπάρξει σχολιασμός της πατρικής φιγούρας στην εποχή του 1999; 

Η ανάγκη για πατρική φιγούρα, συμβολίζει επίσης έναν υπαρξιακό περιορισμό, ένα εγκόσμιο άγχος, μια ανάγκη για καθοδήγηση απο κάποιον "που ξέρει καλύτερα". Ο πατέρας είναι κι αυτός μια σπηλιά, και οι πρωταγωνιστές μας είναι τα χαμένα παιδιά που τον αναζητούν και τελικά, τον βρίσκουν. Η άφεση, άρνηση και ανεξαρτησία που δείχνει ο καθένας με τον δικό του τρόπο, στο τέλος, μαρτυρά ακόμα ένα χαρακτηριστικό του υπαρξισμού της εποχής μας: Δεν χρειαζόμαστε πατέρα, για πάντα. Δεν έχουμε ανάγκη τα δεσμά μας. 

Ο νιχιλισμός ως αποτέλεσμα της επιτυχίας του καπιταλισμού

Πριν πέσετε να με φάτε, μην σας ξεγελάει ο τίτλος. Δεν θεωρώ πως ο καπιταλισμός μπορεί να έχει πραγματική επιτυχία, όπως την έχουμε στο μυαλό μας, με θετικό πρόσημο. Η επιτυχία του καπιταλισμού, είναι η ύπαρξη και ευημερία της μεσαίας τάξης, και μέχρι εκεί φτάνει η ακμή του. 

Η εποχή γύρω-γύρω απο το 1999, μιλώντας ειδικά για τις Η.Π.Α. (μιας και που οι ταινίες που πραγματευόμαστε είναι αμερικάνικες παραγωγές) ήταν μια εποχή οπού η μεσαία τάξη ευημερούσε και είχε μέλλον. Η οικονομία βρισκόταν σε καλή κατάσταση, το χρήμα κυλούσε εύκολα, και με μια απλή θέση εργασίας, σε γραφείο για παράδειγμα, μπορούσες να έχεις προσωπική εξέλιξη. Δεν υπήρχαν αδιέξοδα, πέρα απο ένα: Το πνευματικό. 

Όλη αυτή η ευκολία που προσέφερε ο ύστερος καπιταλισμός, στην πλειοψηφία του πληθυσμού, οδηγούσε τον μέσο πολίτη σε μια πολύ στάσιμη, και αποστειρωμένη ρουτίνα.

Ο καπιταλισμός βασίζεται σε μια κεντρική υπόσχεση: η ευημερία και η κατανάλωση οδηγούν στην ευτυχία. Ωστόσο, όσο περισσότερο οι άνθρωποι επιτυγχάνουν υλικά και οικονομικά τόσο περισσότερο συνειδητοποιούν ότι η ικανοποίηση είναι εφήμερη. Οι διαφημίσεις, τα χιλιάδες προϊόντα και η συνεχής επιδίωξη της αυτοβελτίωσης δημιουργούν μια συνεχής καταναλωτική ψευδαίσθηση, όπου η πλήρωση των επιθυμιών αντικαθίσταται αμέσως από νέες επιθυμίες. Έτσι, το άτομο δεν φτάνει ποτέ σε ένα σημείο σταθερής ικανοποίησης, με αποτέλεσμα τη σταδιακή διάβρωση της εμπιστοσύνης του στην ίδια την έννοια του σκοπού. 

Ο Καρλ Μαρξ είχε μιλήσει για την αποξένωση του εργάτη από την εργασία του, αλλά στον ύστερο καπιταλισμό η αποξένωση δεν περιορίζεται μόνο στην εργασία – εξαπλώνεται σε κάθε πτυχή της ζωής. Το άτομο νιώθει παγιδευμένο σε έναν μηχανισμό παραγωγής και κατανάλωσης, όπου η ύπαρξη καθορίζεται από την οικονομική επιτυχία και την κοινωνική αναγνώριση. Στη διαδικασία αυτή, το βαθύτερο υπαρξιακό ερώτημα, το «γιατί υπάρχω;», μετατρέπεται σε μια κενή επιδίωξη υλικών στόχων. Και εκεί χωράει κομμάτι της επιτυχίας των ταινιών για τις οποίες μιλάμε: Ο μέσος Αμερικάνος, και αργότερα σε μεγάλο παγκόσμιο επίπεδο, ο μέσος πολίτης του Δυτικού κόσμου, έβλεπε τον εαυτό του στους πρωταγωνιστές. Και το γεγονός οτι μπορούσαν να βρουν ένα πραγματικό, απώτερο σκοπό, έδινε ελπίδα. Και ακόμα δίνει ελπίδα, γιατί ας μην ξεχνάμε, το Fight Club χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να εκτιμηθεί. 

Ο σύγχρονος καπιταλισμός έχει καταφέρει να μονοπωλήσει τη φαντασία μας, καθιστώντας σχεδόν αδιανόητη οποιαδήποτε εναλλακτική κοινωνική ή οικονομική δομή. Αυτή η κατάσταση οδηγεί σε έναν παθητικό (ή κυνικό) νιχιλισμό: αφού δεν υπάρχει προφανής εναλλακτική στο κυρίαρχο σύστημα, το άτομο καταλήγει σε μια αδιάφορη αποδοχή του κόσμου όπως είναι, χωρίς προσδοκία για αλλαγή ή βαθύτερο νόημα. Στο Fight Club, αυτά τα συναισθήματα και αυτές οι αντιλήψεις, οδήγησαν τόσους άντρες στο να ακολουθήσουν τον Tyler Durden, τα ίδια συναισθήματα και αντιλήψεις τον κρατούν στην θέση ενός ειδώλου, μέχρι και σήμερα, στο κοινό του τώρα. 

Η επιτυχία του καπιταλισμού μπορεί να έχει οδηγήσει σε μια νιχιλιστική κρίση, αλλά αυτή η κρίση μπορεί να αποτελέσει και μια ευκαιρία: την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του τι σημαίνει αληθινή ευημερία και ανθρώπινη ολοκλήρωση.

Η ανάγκη επαναπροσδιορισμού οδήγησε τον Neo στο να ακολουθήσει τον "λευκό λαγό", και αυτή ήταν που του έδωσε την δίοδο να διεκδικήσει τον ρόλο του ως "The Chosen One". 

Μάρλα, Τρίνιτι και το γυναικείο στοιχείο

Η Marla Singer, η γυναίκα με την οποία μπλέκει ο πρωταγωνιστής του Fight Club, δεν είναι απλώς ένας δευτερεύων χαρακτήρας στο Fight Club—είναι ένα φιλοσοφικό σύμβολο που αντικατοπτρίζει τη ματαιότητα, την υπαρξιακή κρίση και την ανάγκη για ανθρώπινη σύνδεση μέσα σε έναν κόσμο που καταρρέει. Αν ο Tyler Durden είναι η προσωποποίηση του ανεξέλεγκτου νιχιλισμού και της καταστροφικής απελευθέρωσης, η Μάρλα είναι το σκοτεινό είδωλο της απόγνωσης, εκείνο το σημείο που ισορροπεί ανάμεσα στην αδιαφορία και την επιθυμία για ζωή.

Η ύπαρξη της Marla μοιάζει με μια διαρκή περιπλάνηση σε ένα ανούσιο σύμπαν. Βρίσκεται στα όρια της ζωής και του θανάτου, παίζοντας με τη θνητότητα, καθώς επισκέπτεται ομάδες υποστήριξης για ασθενείς με σοβαρές ασθένειες—παρότι είναι απολύτως υγιής. Ακριβώς όπως ο Narrator. Μέσα από αυτή τη συμπεριφορά, μοιάζει να επαναλαμβάνει τη θέση του Καμύ ότι η ζωή είναι παράλογη και ο άνθρωπος καλείται είτε να αυτοκτονήσει είτε να την αγκαλιάσει όπως είναι, άλλο ένα στοιχείο υπαρξιστικής φιλοσοφίας. Η Μάρλα επιλέγει το δεύτερο, αλλά με έναν αυτοκαταστροφικό τρόπο: ζει χωρίς να φοβάται τον θάνατο, αλλά ταυτόχρονα δεν δείχνει και ιδιαίτερη εκτίμηση στη ζωή. Κυνικός νιχιλισμός, δηλαδή.

Αντίθετα από τον Tyler, που προτείνει την απόλυτη διάλυση της ταυτότητας και την πλήρη παράδοση στο χάος, η Marla είναι μια φιγούρα που υπάρχει ακριβώς στο μεταίχμιο. Δε θέλει να διαλύσει τον κόσμο, ούτε να τον ελέγξει· απλώς περιφέρεται μέσα του, γεμάτη πίκρα, αλλά και με έναν παράδοξο ρομαντισμό (πολύ φίλη μου). 

Όταν ο αφηγητής αρχίζει να βυθίζεται στην προσωπική του τρέλα, η Marla γίνεται η μοναδική του γέφυρα με την πραγματικότητα. Παρά την παρακμή της, είναι η μόνη που βλέπει τον αφηγητή για αυτό που πραγματικά είναι. Ενώ ο ίδιος προσπαθεί να αποδράσει από την ταυτότητά του μέσω του Tyler, η Μάρλα τον αντιμετωπίζει ως έναν πραγματικό άνθρωπο, γεμάτο ελαττώματα και ανάγκες. 

Θα μπορούσα να πω (και εκτιμώ πολύ τον συγγραφέα γι'αυτό) πως η Marla είναι ένα αντίθετο manic pixie dream girl. Δεν είναι η κλασική femme fatale, ούτε η ιδανική ερωτική σύντροφος, δεν έρχεται για να σώσει κανέναν ως κάποιο χιλιοχρησιμοποιημένο αρχέτυπο γυναίκας, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Δεν προσφέρει λύσεις, ούτε λειτουργεί ως σωτηρία για τον Narrator. Είναι μια μορφή που επιβεβαιώνει το χάος αντί να το αρνείται. Αντιπροσωπεύει την απελπισία, αλλά και την επιμονή να συνεχίσεις να ζεις ακόμα και μέσα στην παρακμή. Μπορεί να σταθεί απο μόνη της σαν χαρακτήρας, και δεν έρχεται απλά για να συμπληρώσει τον πρωταγωνιστή. 

Στο τέλος, είναι η Marla που μένει μαζί με τον Narrator. Είναι η τελευταία εικόνα πριν την κατάρρευση: η ανθρώπινη σύνδεση ως η μοναδική απάντηση στον παραλογισμό του κόσμου.

Ίσως, τελικά, η Marla είναι εκείνη που αντιπροσωπεύει τη γνήσια υπαρξιακή ελευθερία, και όχι ο Tyler: μια γυναίκα που ξέρει πως ο κόσμος δεν έχει κάποιο βαθύτερο νόημα, αλλά παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να υπάρχει, να αισθάνεται και, κυρίως, να αγαπά. Ακριβώς όπως και οι πραγματικές γυναίκες, στον πραγματικό κόσμο. 

Απο την άλλη η Trinity, είναι μια περισσότερο εξιδανικευμένη εκδοχή γυναίκας. Μπορεί να σταθεί απο μόνη της σαν χαρακτήρας, αλλά όπως και οι υπόλοιποι χαρακτήρες, η ύπαρξη της λειτουργεί περισσότερο σαν στήριγμα για την θέωση του Neo. 

Η Trinity δεν είναι απλώς μια πολεμίστρια ή "αυτή που γαμάει ο πρωταγωνιστής". Είναι μια φιλοσοφική μορφή που ενσαρκώνει την ιδέα ότι η αλήθεια, η πίστη και η αγάπη μπορούν να ξεπεράσουν ακόμα και τις πιο ακραίες καταστάσεις. Αν το Matrix είναι το σπήλαιο, αν ο Neo είναι ο Σίσυφος που σπρώχνει τον βράχο της αλήθειας, τότε η Trinity είναι εκείνη που του δείχνει πως ο αγώνας του έχει αξία.

Στον κόσμο του Matrix, όπου η γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης είναι θολή, η Trinity είναι η σταθερή φλόγα που υπενθυμίζει ότι το νόημα δεν είναι προκαθορισμένο—δημιουργείται μέσα από τις επιλογές μας. Ακριβώς όπως και η Marla, υπάρχει για να δωθεί έμφαση στην δύναμη της ελευθερίας. 

Η Trinity είναι για τον Neo, αυτό που ήταν και ο Βιργίλιος για τον Δάντη, στην Θεία Κωμωδία, ένας στοϊκός καθοδηγητής δηλαδή.Όπως ο Βιργίλιος στον Δάντη, τον καθοδηγεί μέσα από τον εικονικό κόσμο του Matrix προς τη γνώση της πραγματικότητας.

Η σχέση της με τον Neo δεν είναι μόνο μια ιστορία έρωτα· είναι μια υπαρξιακή πράξη. Όταν το Oracle της αποκαλύπτει πως θα ερωτευτεί τον "εκλεκτό", η Trinity δεν ξέρει ακόμα ποιος είναι αυτός, αλλά η ίδια η προφητεία την ωθεί να πιστέψει.

Ο Jean-Paul Sartre υποστήριζε πως η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, πως οι άνθρωποι δεν είναι προκαθορισμένοι, αλλά διαμορφώνονται μέσα από τις επιλογές τους. Η Trinity, αντί να βασίζεται σε προκαθορισμένα δεδομένα, επιλέγει να πιστέψει στον Neo όχι επειδή είναι ήδη "εκλεκτός", αλλά επειδή διαμορφώνεται ως τέτοιος μέσα από τις πράξεις του.

Αυτή η πίστη κορυφώνεται στο φινάλε της ταινίας, όταν ο Neo πεθαίνει από τις σφαίρες του Πράκτορα Smith. Εκείνη τη στιγμή, η Trinity του ψιθυρίζει ότι τον αγαπά και ότι δεν μπορεί να είναι νεκρός, επειδή το Oracle της είχε πει ότι θα ερωτευτεί τον εκλεκτό. Με την αγάπη της, τον επαναφέρει στη ζωή. Η σκηνή αυτή έχει βαθιά υπαρξιστική σημασία: ο Neo δεν είναι ο "εκλεκτός" επειδή κάποιος το όρισε, αλλά επειδή εκείνη το επέλεξε να το πιστέψει, δημιουργώντας έτσι την πραγματικότητά του.

Κάπου εδώ θα το βγάλω και θα αρχίσω να την παίζω, με αυτά που γράφω. 

Επίλογος: Τι μας μένει απο αυτές τις δύο ταινίες;

Οι ταινίες Fight Club και The Matrix δεν είναι απλά κινηματογραφικά έργα, είναι φιλοσοφικά μανιφέστα που προκαλούν το θεατή να αμφισβητήσει την πραγματικότητα, την ταυτότητα και το νόημα της ζωής. Και οι δύο ταινίες, αν και με διαφορετικούς τρόπους, θέτουν ερωτήματα για την ύπαρξη, την ελευθερία και την αυτογνωσία.

Το μήνυμα είναι βαθιά νιχιλιστικό αλλά ταυτόχρονα απελευθερωτικό. Ο κόσμος που μας έχει επιβληθεί, η δουλειά, οι κοινωνικές προσδοκίες, τα αντικείμενα που κατέχουμε– δεν είναι αυτό που καθορίζει ποιοι είμαστε. Το Fight Club προτείνει μια ριζική επανεξέταση της ζωής μας: η αληθινή ελευθερία έρχεται όταν σταματάμε να φοβόμαστε την απώλεια.

Το Matrix, από την άλλη, καταπιάνεται με ένα διαφορετικό ερώτημα: Ζούμε σε μια αληθινή πραγματικότητα ή σε μια ψευδαίσθηση; Ο Neo, όπως και ο πρωταγωνιστής του Fight Club, ξεκινά την ιστορία του εγκλωβισμένος σε έναν ψεύτικο κόσμο. Όταν του προσφέρεται η επιλογή μεταξύ του μπλε και του κόκκινου χαπιού, καλείται να διαλέξει: Θα συνεχίσει να ζει σε μια καθησυχαστική ψευδαίσθηση ή θα ανακαλύψει την αλήθεια, όσο σκληρή κι αν είναι;

Το μήνυμα του Matrix αγγίζει βαθιά φιλοσοφικές έννοιες, από τον Πλάτωνα και την αλληγορία του σπηλαίου μέχρι τον Καρτέσιο και την αμφιβολία για την ύπαρξη του κόσμου. Η ταινία μας καλεί να αμφισβητούμε την πραγματικότητα που μας σερβίρουν και να επιδιώκουμε τη δική μας αλήθεια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πόνο και δυσκολία.

Παρ' όλο που οι δύο ταινίες φαίνονται διαφορετικές, έχουν έναν κοινό παρονομαστή: την ανάγκη να ξυπνήσουμε. Και οι δύο πρωταγωνιστές ξεκινούν τη διαδρομή τους μέσα στην άγνοια, φυλακισμένοι από ένα σύστημα που τους χειραγωγεί. Το ταξίδι τους σε καμιά περίπτωση δεν είναι ευχάριστο –πρέπει να χάσουν, να πονέσουν, να διαλυθούν για να ξαναγεννηθούν. Ακριβώς όπως στην πραγματική ζωή.

Η αυτογνωσία που προτείνουν οι δύο ταινίες δεν είναι απλά μια πνευματική άσκηση. Είναι μια επανάσταση απέναντι σε κάθε είδους φυλακή –είτε είναι το καταναλωτικό σύστημα του Fight Club, είτε η ψευδαίσθηση του Matrix.

Τελικά, αυτό που μας διδάσκουν είναι πως η ελευθερία δεν χαρίζεται. Κατακτιέται, πουτανάκια. 

Comments